Η Κ.Α.Π. ξεκίνησε το 1957. Η επιρροή της, στους Ευρωπαίους αγρότες, καταναλωτές και φορολογούμενους πολίτες, ήταν τεράστια. Ο αρχικός της στόχος ήταν να δοθούν κίνητρα, για την αύξηση της παραγωγής αγροτικών προϊόντων. Ο στόχος αυτός επετεύχθη, πολύ γρήγορα, αλλά, δυστυχώς, η αδυναμία, η ανικανότητα, η απροθυμία των Συμβουλίων Υπουργών Γεωργίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης να την αναμορφώσουν και να την προσαρμόσουν, στα νέα δεδομένα, οδήγησε, στα στρεβλά αποτελέσματα, στα τέλη της δεκαετίας του 70 και της δεκαετίας του 80, όταν τρόφιμα στοιβάζονταν και καταστρέφονταν. Οι τιμές των τροφίμων, εντός της Ε.Ε., είναι, συχνά, διπλάσιες και τριπλάσιες, από τις αντίστοιχες, στη διεθνή αγορά. Ο Ευρωπαϊκός προϋπολογισμός λυγίζει, κάτω από το κόστος της Κ.Α.Π. Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές πληρώνουν την Κ.Α.Π., δυο φορές: ως φορολογούμενοι πολίτες, που επιδοτούν, με τους φόρους τους, την Κ.Α.Π. και ως καταναλωτές, που πληρώνουν ακριβά, τα τρόφιμά τους.

Την ίδια στιγμή, πλήττονται οι αγρότες των χωρών, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, γιατί η Ευρώπη «απέθετε» τα πλεονάσματα τροφίμων της, στις χώρες αυτές. Τα χρήματα της Κ.Α.Π. επωφελούνταν, κυρίως, οι ήδη πλούσιοι μεγαλοαγρότες, ενώ οι μικροί αγρότες «πετιόντουσαν» έξω από το επάγγελμα, με γρήγορους αλλά και αυξανόμενους ρυθμούς. Οι αναθεωρήσεις της Κ.Α.Π., τη δεκαετία του 90 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, άργησαν πολύ, αλλά, επιτέλους, το 2003, κατέληξαν, στην αποσύνδεση των επιδοτήσεων, από την παραγωγή. Όλα αυτά τα χρόνια είχαμε οδηγηθεί, σε υπερπαραγωγή άχρηστων προϊόντων, που πετιόντουσαν. Ας θυμηθούμε το πλεόνασμα ζάχαρης, μοσχαρίσιου κρέατος και γαλακτοκομικών, με πολλά λιπαρά, τρόφιμα εντελώς ασύμβατα, με την υγιεινή διατροφή.

Η αναθεώρηση του 2003 ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά όχι αρκετά τολμηρή. Το 2008 και το 2009, έγιναν προτάσεις να μεταφερθούν χρήματα, στις άλλες παραμέτρους της Κ.Α.Π. (που αναφέρονται, ακριβώς, παρακάτω), αλλά και στην ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών, που απαιτεί περισσότερα μέτρα, και όχι μόνον την ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής.

Η Κ.Α.Π. είναι μια μεγάλη και σύνθετη Ευρωπαϊκή Πολιτική, που περιλαμβάνει την αγροτική ανάπτυξη, την υγιεινή των τροφίμων, την ασφάλεια των τροφίμων, τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της αγροτικής παραγωγής. Όλα αυτά επηρεάζουν, τελικά, τις τιμές, που πληρώνουμε οι καταναλωτές, για τα τρόφιμά μας. Παρόλες, όμως, τις αναθεωρήσεις της, η Κ.Α.Π. εξακολουθεί να παραμένει ένα σύστημα υποστήριξης τιμών και να χρησιμοποιεί ξεπερασμένα εργαλεία, όπως, τις κρατικές παρεμβάσεις, ποσοστώσεις, ελεγχόμενες καλλιέργειες, δασμούς στα εισαγόμενα τρόφιμα και επιδοτήσεις των εξαγωγών των τροφίμων. Για τους λόγους αυτούς, οι καταναλωτές επικρίνουμε την Κ.Α.Π. ότι είναι υπερβολικά εστιασμένη στην παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων, υπερβολικά ακριβή και αναποτελεσματική, υποστηρίζει τη μη βιώσιμη παραγωγή, την παραγωγή ποσότητας και όχι ποιότητας και βλάπτει τους αγρότες των τρίτων χωρών, καταδικάζοντάς τους, στη φτώχεια ή στη μετανάστευση.

Σήμερα, ελπίζουμε ότι η αναθεώρηση της Κ.Α.Π. θα προχωρήσει, ακόμη περισσότερο και θα λάβει υπόψη της ότι τα αγροτικά προϊόντα παράγονται, για να καταναλωθούν, άρα οι καταναλωτές έχουμε λόγο και πρέπει οι απαιτήσεις μας να ληφθούν υπόψη.

Κατ’ αρχάς, η Κ.Α.Π. πρέπει να παραμείνει, ως Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική, για να διασφαλιστεί, ότι η αγορά δε θα στρεβλωθεί, από εθνικές πολιτικές. Αλλά, πρέπει να τονίσουμε ότι οι καταναλωτές περιμένουμε μια πολιτική, που θα ανταποκρίνεται, περισσότερο, στις ανάγκες μας και στις επιθυμίες μας, μια πολιτική, που θα προάγει το κοινό καλό όλων των Ευρωπαίων πολιτών, μια πολιτική, που δε θα βλάπτει τους αγρότες, στις τρίτες χώρες, μια πολιτική που θα εστιάζει, λιγότερο, στα μεγάλα αγροτικά συμφέροντα και περισσότερο στους μικρούς πραγματικούς αγρότες. Η σημερινή Κ.Α.Π. παραμένει μια υποστηρικτική πολιτική των όποιων καλλιεργειών και δεν αποτελεί κίνητρο, για βιώσιμη παραγωγή τροφίμων, προστασία του περιβάλλοντος και της αγροτικής πολιτικής. Αυτό πρέπει να αλλάξει. Σήμερα η Κ.Α.Π. δεν είναι βιώσιμη, οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά. Τα χρήματα της Κ.Α.Π. πρέπει να ξοδεύονται, για την προώθηση καλύτερων και βιώσιμων αγροτικών πρακτικών, προστασία του περιβάλλοντος, αγροτική ανάπτυξη, καλή μεταχείριση των ζώων, καλύτερη ποιότητα και ασφάλεια τροφίμων και δημιουργία περισσότερων επιλογών, για τους καταναλωτές. Η Κ.Α.Π. πρέπει να στρέψει την προσοχή της και σε άλλα θέματα όχι μόνο στην παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων τροφίμων.

Οι επιδοτήσεις και οι οποιεσδήποτε ενισχύσεις, για την εξαγωγή τροφίμων, πρέπει να καταργηθούν. Δεν είναι δυνατόν να επιδοτούμε τα τρόφιμα, για να τα εξάγουμε, σε τιμές χαμηλότερες του κόστους, σε τρίτες χώρες, καταστρέφοντας, έτσι την Ευρωπαϊκή Οικονομία και την παραγωγή, στις τρίτες χώρες. Η Κ.Α.Π. πρέπει, επιτέλους να ασχοληθεί, με όλη την αλυσίδα διατροφής. Πρέπει, επιτέλους να εξασφαλιστεί ένα αξιοπρεπές εισόδημα, για τους αγρότες, αλλά ταυτόχρονα και λογικές τιμές, για τους καταναλωτές. Τιμές, δηλαδή, που θα συνδέονται, με το πραγματικό κόστος και όχι με «αεριτζήδικες φούσκες». Είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε πως διαμορφώνονται οι τιμές, από το χωράφι, μέχρι το ράφι.

Η Κ.Α.Π. πρέπει να έρθει κοντύτερα, στις πραγματικές διατροφικές συνήθειες και ανάγκες. Πρέπει να συνοδευτεί και από μια Κοινή Διατροφική Πολιτική. Ο ρόλος της αγροτικής παραγωγής, στην κατανάλωση ενέργειας και στην εκπομπή ρύπων πρέπει να εξεταστεί, με προσοχή και να αποτελέσει βασικό κομμάτι της Κ.Α.Π. Ο σχεδιασμός της νέας Κ.Α.Π. πρέπει να εξετάζει τα οικονομικά στοιχεία και να λαμβάνει υπόψη του το λόγο κόστος προς όφελος. Απαιτούνται, λοιπόν:

  • Συστηματική οικονομική ανάλυση, για τις στρεβλώσεις, που προκαλεί η σημερινή Κ.Α.Π., στις αγορές, εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  • Εξακρίβωση και ανάλυση των αναγκών και των προσδοκιών της κοινωνίας και των καταναλωτών, από τον αγροτικό τομέα, όσον αφορά την ασφάλεια, την υγιεινή, την ποιότητα, τη βιωσιμότητα, την ποικιλία, την επιλογή των τροφίμων, που θα καταναλώσουμε.
  • Αξιολόγηση, με όλα τα παραπάνω κριτήρια των λύσεων και των μέτρων, που θα προταθούν.
  • Η εφαρμογή οποιασδήποτε λύσης ή μέτρου πρέπει να υπόκειται, σε συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα και να περιλαμβάνει συγκεκριμένους στόχους. Η αξιολόγηση και επαναξιολόγηση των μέτρων και των λύσεων, που θα εφαρμοστούν, πρέπει να γίνεται, σε συχνά χρονικά διαστήματα, που θα προκαθοριστούν, ώστε να υπάρχει δυνατότητα προσαρμογής τους, γρήγορα και πριν προκαλέσουν προβλήματα παρόμοια, με αυτά, που αντιμετωπίζουμε, σήμερα, λόγω της ατολμίας να αναθεωρήσουμε, νωρίτερα και ουσιαστικότερα, τις διάφορες Κ.Α.Π.
  • Οι οικονομικοί πόροι, για να δοθούν απευθείας προς τους αγρότες, πρέπει να πληρούν όλα τα παραπάνω κριτήρια.

Πρέπει να ακολουθήσουμε ένα μοντέλο πολύπλευρης βιώσιμης αγροτικής παραγωγής, αναλαμβάνοντας την ευθύνη μας, για ασφαλή και υγιεινά τρόφιμα, σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η Κ.Α.Π. πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις προσδοκίες των καταναλωτών.

Η Κ.Α.Π. πρέπει να ευθυγραμμιστεί, με τις διατροφικές ανάγκες των καταναλωτών. Πρέπει να ξεφύγει, από το μοντέλο, που είναι προσανατολισμένο, στις ανάγκες του αγρότη και να εστιάσει, στις ανάγκες και επιθυμίες του καταναλωτή. Οι καταναλωτές απαιτούμε ασφαλή τρόφιμα, που συμμορφώνονται, με πρότυπα ασφαλείας, όπου και αν παράγονται αυτά (σε εθνικό, ευρωπαϊκό ή εκτός Ευρώπης επίπεδο). Οι καταναλωτές, σήμερα, θέλουμε να γνωρίζουμε τι τρώμε. Θέλουμε να γνωρίζουμε, που παράγεται η τροφή μας, πως παράγεται, ποια συστατικά περιέχει. Αυτό απαιτεί έλεγχο όχι μόνον της πρωτογενούς παραγωγής, αλλά όλης της διατροφικής αλυσίδας. Η παραγωγή τροφίμων είναι μακράν του να είναι διαφανής. Οι καταναλωτές, ακόμα και οι αρχές δε γνωρίζουν αρκετά, για τον ακριβή τρόπο παραγωγής τροφίμων. Οι αλυσίδες διανομής τροφίμων εποπτεύονται, ελάχιστα και διασφαλίζουν μικρή ιχνηλασιμότητα. Οι έλεγχοι, για την εφαρμογή της νομοθεσίας, είναι, συχνά, κατακερματισμένοι και αναποτελεσματικοί.

Οι καταναλωτές χρειαζόμαστε απλή και κατανοητή πληροφόρηση ακόμα και συμβουλή, ώστε να επιλέξουμε υγιεινά τρόφιμα. Αυτό περιλαμβάνει απλή σήμανση, αποτελεσματική νομοθεσία, για τους διατροφικούς ισχυρισμούς, τους «πράσινους» ισχυρισμούς και τους ισχυρισμούς υγείας.

Εάν πρόκειται να ξοδευτούν χρήματα των φορολογούμενων πολιτών, αυτά πρέπει να ξοδεύονται, για τη βελτίωση της διατροφής και των διατροφικών συνηθειών των καταναλωτών και όχι, για την προώθηση συγκεκριμένων προϊόντων, στη λογική να «καθαρίσουμε» τις αγορές, από πλεονάσματα τροφίμων.

Επαναλαμβανόμενες μελέτες και η εμπειρία έχουν αποδείξει, ξεκάθαρα, ότι το χάσμα, ανάμεσα, στο εισόδημα των αγροτών και στις τιμές, που πληρώνουν οι καταναλωτές, συνεχώς διευρύνεται. Ο ρόλος της βιομηχανίας τροφίμων καθώς και των μεσαζόντων, πρέπει να αναλυθεί και να υπάρξουν σοβαρά μέτρα, για να εμποδίσουν ή να τιμωρήσουν την εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης ή μεγάλου μεριδίου, στην αγορά. Ίσως είναι καιρός να στραφούμε και να υποστηρίξουμε μικρά (τοπικά) κυκλώματα παροχής τροφίμων. Οι διάφοροι τρόποι καθορισμού τιμών, με παρεμβάσεις κρατικές, εκτός του ότι στερούνται διαφάνειας, έχουν αποδειχτεί αναποτελεσματικοί και, συχνά, ζημιογόνοι, για τους καταναλωτές. Ταυτόχρονα, έχουν οδηγήσει, σε στρεβλώσεις τις αγοράς. Ας θυμηθούμε τα βιοκαύσιμα, τις επιδοτήσεις, στο μοσχαρίσιο κρέας ή στα γαλακτοκομικά και τα καταστροφικά τους αποτελέσματα. Οι καταναλωτές πιστεύουμε ότι δεν πρέπει η Κ.Α.Π. να αποφασίζει τι θα φάμε. Η ζήτηση είναι αυτή που πρέπει να αποφασίζει τι θα παραχθεί, με βάση τις προτιμήσεις των καταναλωτών. Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να προάγει τη σωστή πληροφόρηση των καταναλωτών και τον υγιή ανταγωνισμό, εντός της Ενιαίας Αγοράς και στον τομέα των τροφίμων και στον τομέα της πρωτογενούς παραγωγής. Σκοπός της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να είναι η δυνατότητα των καταναλωτών να έχουν ποικιλία επιλογών και ποιοτικά τρόφιμα υψηλής αξίας.

Οι καταναλωτές και οι φορολογούμενοι πολίτες δε θέλουμε να πληρώνουμε, για μια αγροτική παραγωγή, που δεν είναι βιώσιμη. Τι εννοούμε, όμως, λέγοντας βιώσιμη αγροτική πολιτική:

  • Με περιβαλλοντικούς όρους, βιώσιμη είναι η αγροτική παραγωγή, που δεν υποβαθμίζει το περιβάλλον και διαφυλάσσει τη δυνατότητα παραγωγής και τη βιοποικιλότητα, για τις επόμενες γενιές. Οποιαδήποτε μορφή ενίσχυσης, από τους φόρους μας, πρέπει να υπόκεινται, στο κριτήριο της περιβαλλοντικής προστασίας και της αειφορίας.
  • Οι επιδοτήσεις των τιμών των αγροτικών προϊόντων, οδήγησαν τους αγρότες, στη μεγιστοποίηση της παραγωγής, χωρίς να δίνουν σημασία, στην εξάντληση των πόρων και των φυσικών πηγών, όπως η ενέργεια, το έδαφος στην μόλυνση ή στην καταστροφή του περιβάλλοντος. Η οποιαδήποτε μορφής βοήθεια δίνεται, σε αγροτική παραγωγή, πρέπει να στρέφεται, σε μονάδες παραγωγής, που σέβονται το περιβάλλον. Πρέπει να αναπτυχθεί και να διαδοθεί η έννοια της «εκλογικευμένης αγροτικής παραγωγής» και να εφαρμοστούν και να υποστηριχθούν μέθοδοι αγροτικών καλλιεργειών, που θα έχουν μικρές επιπτώσεις, στο περιβάλλον.

Μεγαλύτερη χρήση ενέργειας, από ανανεώσιμες πηγές, βιώσιμη χρήση και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, μικρότερη ατμοσφαιρική ρύπανση, μικρότερη μόλυνση υδάτων, αποφυγή κατασπατάλησης νερού είναι βασικά στοιχεία της στρατηγικής, για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η Κ.Α.Π. πρέπει να συνδεθεί, με την επιτακτική ανάγκη, για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών και της καταστροφής του περιβάλλοντος. Είναι κρίσιμο να ακολουθήσει η αγροτική παραγωγή αυτή την κατεύθυνση, με δεδομένο τα υψηλά ποσοστά εκπομπής ρύπων, για τα οποία ευθύνεται η αγροτική παραγωγή.

Οι καταναλωτές δικαιούνται περισσότερη πληροφόρηση, για τις μεθόδους παραγωγής και τις επιπτώσεις τους, στο περιβάλλον. Οι υψηλές τιμές τροφίμων επιβαρύνουν, δυσανάλογα, τους καταναλωτές, με χαμηλά εισοδήματα, επειδή ξοδεύουν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους, για αγορά τροφίμων, από τα πλουσιότερα νοικοκυριά.

Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές και φορολογούμενοι πληρώνουμε την Κ.Α.Π. Όμως, δεν επιθυμούμε να πληρώνουμε πολιτικές, που είναι άδικες ή καταστροφικές, για τις τρίτες χώρες και κυρίως για τις αναπτυσσόμενες. Οι υποστηρικτές της Κ.Α.Π. ισχυρίζονται ότι τα χρήματα που δαπανώνται, για την επιδότηση των εξαγωγών, αποτελούν ένα πολύ μικρό κομμάτι του συνολικού κόστους της Κ.Α.Π. Ίσως, με ευρωπαϊκούς όρους, τα ποσά να φαίνονται μικρά, αλλά αν τα εξετάσουμε, με όρους αναπτυσσόμενων και φτωχών χωρών, έχουν καταστροφικές συνέπειες, για τις χώρες αυτές, που δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να υιοθετήσει ένα μοντέλο αγροτικής ανάπτυξης προσανατολισμένο περισσότερο, στις ανάγκες καταναλωτών, το οποίο θα στρεβλώνει, λιγότερο, το εμπόριο και την αγορά. Η κατάργηση των άδικων εμποδίων, στο εμπόριο, από και προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, θα ωφελήσει και τους καταναλωτές και τις χώρες αυτές. Οι αναπτυγμένες χώρες, έχουν επανειλημμένα, υποσχεθεί ότι θα άρουν τις ανισορροπίες, σε βάρος των αναπτυσσόμενων χωρών. Είναι ώρα να τηρηθούν αυτές οι υποσχέσεις. Η αγροτική ανάπτυξη αποτελεί σημαντικό κομμάτι των δημόσιων πολιτικών και φυσικά, δεν μπορεί να καθοδηγείται, μόνο από τις δυνάμεις της αγοράς. Πρέπει να επιτευχθεί, μέσα από εξειδικευμένες και στοχευόμενες πολιτικές. Ξοδεύονται τεράστια ποσά, για την Κ.Α.Π. Η ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών δεν μπορεί να βασίζεται, μόνο στην αγροτική παραγωγή. Οι οικονομικοί πόροι πρέπει να μεταφερθούν, σε κοινωνικές και δομικές υποδομές, που θα δίνουν περισσότερες δυνατότητες, στους αγρότες.

Είναι σημαντικό να υπάρξουν πολιτικές, που θα διασφαλίζουν την μακροπρόθεσμη επάρκεια τροφίμων, για τους Ευρωπαίους καταναλωτές, ακόμα και σε περιόδους οικονομικών περιβαλλοντικών, τεχνολογικών, κοινωνικών ή πολιτικών κρίσεων. Αυτές, οι πολιτικές πρέπει να εξασφαλίζουν καλή παραγωγική δυνατότητα, εντός Ευρώπης. Δεν πρέπει, όμως, να στοχεύουν, στο να παράγονται όλα τα τρόφιμα, σε ευρωπαϊκό έδαφος.

Η διασφάλιση της επάρκειας πρέπει να βασίζεται, στη δυνατότητα των καταναλωτών να έχουν πολλές επιλογές. Η επάρκεια θα διασφαλιστεί, ακόμα πιο μακροπρόθεσμα, αν χρησιμοποιήσουμε μεγάλη ποικιλία πηγών, για την παραγωγή των τροφίμων μας.

Σε γενικές γραμμές, πρέπει να υπάρξει διευρυμένος συντονισμός της νέας Κ.Α.Π. και όλων των άλλων κοινών ευρωπαϊκών πολιτικών, που αφορούν την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών. Τέτοιες πολιτικές είναι η πολιτική, για τα τρόφιμα, η πολιτική υγείας, η πολιτική για την ψηφιακή ανάπτυξη, η πολιτική μεταφορών, η πολιτική ενέργειας, οι περιβαλλοντικές πολιτικές, οι πολιτικές, για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών, η πολιτική, για τον τουρισμό κ.λπ.

Τέλος, πιστεύουμε ότι είναι απαραίτητο, σημαντικά κονδύλια της Κ.Α.Π. να τοποθετηθούν, στη δια βίου εκπαίδευση των αγροτών. Οι αγρότες πρέπει να εκπαιδευτούν, ώστε να παράγουν υγιεινά και ασφαλή τρόφιμα. Οι αγρότες πρέπει να εκπαιδευτούν, για να χρησιμοποιούν τα αγροχημικά, με τρόπο ασφαλή, τόσο για τους ίδιους όσο και για τους καταναλωτές. Οι αγρότες πρέπει να εκπαιδευτούν, ώστε να χρησιμοποιούν τη νέα τεχνολογία, για να ενημερώνονται, για τις εξελίξεις, στον τομέα της αγροτικής παραγωγής, αλλά και για επιχειρηματικές αποφάσεις και δράσεις. Οι αγρότες πρέπει να εκπαιδευτούν και να υποστηριχθούν, για να σχηματίσουν ομάδες παραγωγών, που θα δραστηριοποιηθούν και σε επόμενα στάδια της διατροφικής αλυσίδας, δηλαδή στην τυποποίηση, προώθηση, μεταφορά, πώληση των προϊόντων τους, ώστε να πάψουν οι μεσάζοντες να λυμαίνονται την τεράστια διαφορά τιμών παραγωγού – καταναλωτή.

Πραγματικά, ελπίζουμε και περιμένουμε πολλά, από τη νέα Κ.Α.Π. Πρέπει, όμως, να τολμήσουμε, αν πραγματικά ενδιαφερόμαστε, για τον αγρότη και τον καταναλωτή.

Το ΚΕ.Π.ΚΑ. απέστειλε τις παραπάνω απόψεις στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το οποίο μας απάντησε:
«Ευχαριστούμε πολύ για τις απόψεις σας για την νέα Κ.Α.Π. Οι προτεραιότητες του Υπουργείου μας είναι:

  • Η διασφάλιση δίκαιων εισοδημάτων στους παραγωγούς
  • Η προστασία των καταναλωτών μέσω της επαρκούς προσφοράς ποιοτικών και ασφαλών προϊόντων σε λογικές τιμές
  • Η προστασία του περιβάλλοντος

Οι απόψεις σας θα ληφθούν υπόψη και θα κάνουμε το καλύτερο δυνατό, ώστε η νέα Κ.Α.Π. να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και προσδοκίες των καταναλωτών.